LIFE καλωσορίζει το Πρόταση της Επιτροπής για τις αλιευτικές δυνατότητες της Βαλτικής το επόμενο έτος, ως ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση, δεδομένης της μεγάλης πιθανότητας συμβολής του σε μεγαλύτερα αποθέματα τα επόμενα χρόνια. Ωστόσο, εκφράζουμε τη λύπη μας για το γεγονός ότι μεγάλο μέρος του βάρους για την ανάκαμψη πέφτει στον τομέα της παράκτιας αλιείας μικρής κλίμακας.
Στη Βαλτική Θάλασσα, οι ΑΛΙΕ αντιπροσωπεύουν 92% του στόλου σκαφών, 77% της απασχόλησης στην αλιεία και συνεισφέρουν 22% της αξίας εκφόρτωσης (STECF AER 2024). Ωστόσο, τα αλιεύματα SSFC μειώθηκαν από 58 εκατ. ευρώ το 2018 σε 37 εκατ. ευρώ το 2022 (μείωση 36%), γεγονός που υπογραμμίζει την ευπάθεια του τομέα.
Επί του παρόντος, τα περισσότερα από τα κύρια εμπορικά αποθέματα: γάδος, σολομός, παπαλίνα, δυτική ρέγγα και ρέγγα της Αμβροσίας, βρίσκονται σε ή πολύ κοντά στα χαμηλά επίπεδα βιομάζας ρεκόρ όλων των εποχών. Είναι απαραίτητο να ενισχυθούν τα αποθέματα με τη μείωση των ποσοστώσεων και τη διαχείριση των παραγόντων που συμβάλλουν στην κακή κατάστασή τους.
Η συντριπτική πλειονότητα των περικοπών των ποσοστώσεων που προτείνει η Επιτροπή αφορά αποθέματα από τα οποία εξαρτάται ο στόλος μικρής κλίμακας. Τα αποθέματα υψηλής αξίας, όπως ο σολομός (-27%), ο γάδος της δυτικής Βαλτικής (-84%) και η εαρινή αναπαραγωγική ρέγγα της δυτικής Βαλτικής (-50%), βρίσκονται σε κακή κατάσταση, αλλά θα ωφεληθούν περισσότερο από πρόσθετα μέτρα διαχείρισης παρά μόνο από ακραίες μειώσεις ποσοστώσεων.
Τα οριακά περιβαλλοντικά οφέλη που προκύπτουν από αυτές τις περικοπές αντισταθμίζονται από τα κοινωνικοοικονομικά οφέλη της διατήρησης της ποσόστωσης πιο κοντά στα TAC του 2025. Ως εκ τούτου, συνιστούμε να γίνουν περισσότερα για να αντιμετωπιστούν τα υψηλά επίπεδα φυσικής θνησιμότητας από τα οποία υποφέρουν τα εν λόγω αποθέματα, μέσω της ενεργού διαχείρισης των μη αλιευτικών θηρευτών και της αύξησης της διαθεσιμότητας θηραμάτων, και να διατηρηθούν οι ποσοστώσεις σε επίπεδο παρόμοιο με το φετινό.
Εάν πρόκειται να μειωθούν οι ποσοστώσεις, τότε θα είναι πιο αποτελεσματικό και δίκαιο εάν οι περικοπές βαρύνουν το πελαγικό τμήμα, τα σκάφη του οποίου προμηθεύουν ιχθυάλευρα που προορίζονται κυρίως για την αγορά εκτός ΕΕ. Τα σκάφη αυτά συλλαμβάνουν σημαντικές, αλλά μη μετρήσιμες ποσότητες εμπορικών ειδών υψηλής αξίας ως παρεμπίπτοντα αλιεύματα. Αυτό πρέπει να σταματήσει και να βελτιωθεί η παρακολούθηση. Το συνολικό προτεινόμενο ενωσιακό TAC των 295.000 τόνων από τη Βαλτική Θάλασσα το 2026 συγκεντρώνεται σε συντριπτικό βαθμό στο πελαγικό τμήμα, με περισσότερους από 96% της συνολικής προτεινόμενης ποσόστωσης να αποτελούνται από ρέγγα και παπαλίνα. Οι μειώσεις της ποσόστωσης θα πρέπει να επικεντρωθούν σε αυτά τα αποθέματα και όχι στον μικρής κλίμακας στόλο που χρησιμοποιεί παθητικά εργαλεία, ο οποίος αντιμετωπίζει ήδη αρκετές απαγορεύσεις αλιείας και χαμηλό επίπεδο πρόσβασης στα αποθέματα.
Για την Bothnian ρέγγα η μείωση της ποσόστωσης έχει καθυστερήσει από καιρό και έχει την ικανοποίηση της τοπικής (και μικρής κλίμακας) αλιευτικής βιομηχανίας. Το απόθεμα μειώνεται εδώ και 30 χρόνια και η μείωση των TAC κατά 62% είναι αναγκαία για να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος υποβάθμισης της μελλοντικής αναπαραγωγικότητας. Η πρόταση της Επιτροπής θα μειώσει επίσης πιθανότατα τα παρεμπίπτοντα αλιεύματα σολομός από τη βιομηχανική πελαγική αλιεία και να επιτρέψει τη διάθεση περισσότερης λείας στους τοπικούς πληθυσμούς σολομού.
Για το εαρινή αναπαραγωγή ρέγγας στη δυτική Βαλτική στις υποδιαιρέσεις 22-24 συνιστούμε σθεναρά στο Συμβούλιο να επαναφέρει την παρέκκλιση των τελευταίων ετών που επιτρέπει την αλιεία ποσόστωσης από ενωσιακά αλιευτικά σκάφη μήκους μικρότερου των 12 μέτρων που χρησιμοποιούν παθητικά εργαλεία, παρά τη γνωμοδότηση του ICES για μηδενικά αλιεύματα. Η πρόταση της Επιτροπής για τη διακοπή της εξαίρεσης για την παράκτια αλιεία μικρής κλίμακας θα αποτελούσε παρωδία, επιβάλλοντας ενδεχομένως μοιραίες οικονομικές συνέπειες σε αυτό το ευάλωτο αλλά ζωτικής σημασίας τμήμα του στόλου.
Όσον αφορά το κλείσιμο για γάδος καλούμε το Συμβούλιο να τροποποιήσει τα άρθρα 7.2.β και γ, καθώς και τα άρθρα 7.4.β και γ, έτσι ώστε η απαλλαγή από το βάθος να εναρμονιστεί και για τα δύο τμήματα του στόλου. Η ισχύουσα εξαίρεση που επιτρέπει σε ορισμένα σκάφη να αλιεύουν σε βάθος 50 μέτρων, ενώ ο στόλος των παθητικών εργαλείων περιορίζεται στα 20 μέτρα, δεν υποστηρίζεται από τις επιστημονικές γνωμοδοτήσεις.
Η πρόταση της Επιτροπής αποτελεί βελτίωση σε σχέση με τα τελευταία χρόνια. Καλούμε τους Υπουργούς στο Συμβούλιο του Οκτωβρίου να υποστηρίξουν το πρόγραμμα της Επιτροπής για την ανάκαμψη και να ορίσουν ποσοστώσεις που θα επιτρέψουν μεγαλύτερα αποθέματα τα επόμενα χρόνια, ελαφρύνοντας παράλληλα τα βάρη που επωμίζονται οι αλιευτικές δραστηριότητες μικρής κλίμακας.